Showing posts with label Modern Architecture. Show all posts
Showing posts with label Modern Architecture. Show all posts

Wednesday, September 7, 2022

ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΙΣ/ ΝΗΣΙΑ: ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ


Γιατί φούντωσε ξαφνικά το ενδιαφέρον για τις καταστροφές του υπερτουρισμού στα ελληνικά νησιά, ιδίως στις Κυκλάδες, αλλά και σε άλλους παράκτιους προορισμούς; Ένα τέτοιο ερώτημα δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε μακριά από τo συμπληρωματικό του: Γιατί εξακολουθεί να έλκει η Αθήνα τους περιβόητους «ξένους επενδυτές» αλλά και ανήσυχους νέους δημιουργούς και ερευνητές απ’ όλο τον κόσμο, επιφέροντας μια άνευ προηγουμένου μεταβολή στην ίδια την κοινωνική δομή της πόλης και στην αγορά ακινήτων, κυρίως λόγω της μολυσματικής εξάπλωσης του Airbnb; Η καλή φίλη Ίρις Λυκουριώτη ξεκίνησε τη συζήτηση στα κοινωνικά δίκτυα για να συνεχίσει εδώ στα «Πρόσωπα» των «Νέων», με μια διαυγή τοποθέτηση-οδηγό, στην οποία τρύπωξαν στη συνέχεια κι άλλοι. Στην ακολουθία αυτή συνεχίζω σκαλίζοντας τον πυρήνα του θέματος που ενεργοποιεί νέες κοινωνικές και περιβαλλοντικές σχέσεις, ροές, δυναμικές και εντάσεις.
Η ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ
Το 1978 κυκλοφορεί το Delirious New York, το διαβόητο αναδρομικό μανιφέστο του ολλανδού αρχιτέκτονα Rem Koolhaas για το Μανχάταν, το οποίο έμελε να αποτελέσει ένα βιβλίο σύμβολο της δεκαετίας. Πλάι σ’ αυτό θα προσέθετα το Λος Άντζελες: Η αρχιτεκτονική των τεσσάρων οικολογιών (1971) του Reyner Banham και το Μαθαίνοντας από το Λας Βέγκας (1972) των Venturi, Scott Brown και Izenour. Ας κρατήσουμε για την ώρα τα ονόματα των τριών πρωταγωνιστριών πόλεων: Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες και Λας Βέγκας. Μέσα από μια παθιασμένη πρόζα και προπάντων κυνικό λυρισμό ο Koolhaas υποστηρίζει ότι από το 1850 η απότομη αύξηση του πληθυσμού και της τεχνολογίας κατέστησαν τη μητροπολιτική νήσο του Μανχάταν ένα είδος εργαστηρίου για τη γέννηση ενός ιδιαίτερου τρόπου ζωής: την «κουλτούρα της συμφόρησης». Τα χρόνια που ακολούθησαν η εξύμνηση της παραληρηματικής πυκνότητας των μεγαλουπόλεων, που αντιπαρατίθεται στη διαλυτική εξάπλωση των προαστίων (sprawl), αναδείχθηκε σε ένα είδος τερματικού του δυτικού πολιτισμού.
Οδηγώντας σε κραιπάλη όλες τις παρανοϊκές ψευδαισθήσεις της πρώιμης νεωτερικότητας, ο Koolhaas επιλέγει το παραθαλάσσιο θέρετρο και το λούνα παρκ του Coney Island ως το χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας σειράς «τεχνοψυχικών» μηχανισμών που υλοποιήθηκαν χωρίς καμία επίσημη εξαγγελία. Μεταξύ πολλών άλλων, ενδεικτικά αναφέρω την «ηλεκτρική κολύμβηση» –δηλαδή το κολύμπι με τεχνητό φωτισμό κατά τη διάρκεια της νύχτας– εφόσον λόγω της υπερβολικής «συμφόρησης» οι περισσότεροι επισκέπτες δεν κατόρθωναν να βρουν μια θέση στον ήλιο της παραλίας και να κολυμπήσουν τη μέρα. Οπότε, ανάγοντας μια διαδεδομένη παραθαλάσσια εμπειρία σε μητροπολιτικό σύστημα βάρδιας, η τεχνολογία ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα υποκαθιστά τη «φυσική» εμπειρία. Σ’ ένα τέτοιο εξ ολοκλήρου τεχνητό σύμπαν –το οποίο ο συγγραφέας αποκαλεί «ζωή μέσα στη φαντασία»– το φυσικό και το τεχνητό, το πραγματικό και το φανταστικό δεν μπορούν να διαχωριστούν.
Η επιρροή αυτού του παραληρηματικού –πράγματι– βιβλίου σ’ όλη την αρχιτεκτονική κουλτούρα υπήρξε απροσμέτρητη, ακόμη κι όταν μας αρέσει να το αμφισβητούμε. Κι αυτό γιατί πάνω απ’ όλα περιγράφει τη διάχυση μιας νέας περιβαλλοντικής και κοινωνικής συνθήκης, καθώς και τις πιο εξωφρενικές καινοτομίες και φαντασιώσεις του ύστερου καπιταλισμού, στην κατεξοχήν μητρόπολη, ως ένα συλλογικό έργο το οποίο δημιουργήθηκε χωρίς την πρόθεση κανενός αρχιτέκτονα: Πρόκειται για το σχεδόν αυτόματο υποπροϊόν ενός συλλογικού μητροπολιτικού υποκειμένου. Μην ξεχνάμε ότι μια τέτοια θεώρηση έδωσε και σ’ εμάς τη δυνατότητα να διαβάσουμε με διαφορετικούς όρους το φαινόμενο της αθηναϊκής πολυκατοικίας. Στην αστική μήτρα της οποίας ο ιστορικός της αρχιτεκτονικής Kenneth Frampton διέκρινε το 1985 μια μορφή αναπαραγωγής του κατακερματισμένου μωσαϊκού των νησιωτικών οικισμών. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξη μια τέτοια σύνδεση, τόσο οι νησιωτικοί παραδοσιακοί οικισμοί, όσο το Μανχάταν και η αθηναϊκή πολυκατοικία είναι το μέγιστο επίτευγμα ενός συλλογικού υποκειμένου.
Το λέω αυτό γιατί νομίζω ότι είναι λάθος και μάλλον αφελές να διαχωρίζουμε σχηματικά την πόλη απ’ ότι συμβαίνει στα νησιά ή στην ύπαιθρο λες και πρόκειται για τους αντιπροσωπευτικούς τόπους της «κόλασης» και του χαμένου «φυσικού παραδείσου», αντίστοιχα. Αυτός είναι, εξάλλου, ο φανταστικός πυρήνας του μαζικού τουρισμού, ο οποίος καταστρέφει αδυσώπητα ό,τι πασχίζει αγχωτικά να «απολαύσει» και να «διασώσει» ως εμπειρία.
ΝΗΣΙΑ: Η "ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΡΟΖΕΤΤΑΣ" ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ;
Ωστόσο, μετά από σχεδόν πέντε δεκαετίες, οι αντιλήψεις μας για την «κουλτούρα της συμφόρησης» έχουν αλλάξει εντελώς. Αν το Delirious New York ήταν το βιβλίο που θεματοποίησε μια σειρά μη ορθολογικές έννοιες και συμπεριφορές της μεταμοντέρνας εποχής, τι γίνεται σήμερα, που η κλιματική αλλαγή, οι συνεχείς μεταναστευτικές ροές, οι εκτεταμένες επιπτώσεις της «ανθρωπόκαινου», τα ανθρώπινα και μη ανθρώπινα οικοσυστήματα αλλάζουν τις αντιλήψεις μας για το τοπίο και το περιβάλλον σ’ ολόκληρο τον κόσμο; Οι φαντασιώσεις του Coney Island και του Ουρανοξύστη δεν μπορούν πλέον σε καμία περίπτωση να αποτελέσουν παραδείγματα αυτής της νέας συνθήκης. Σε τέτοιο βαθμό, που ακόμη και ίδιος ο Koolhaas έσπευσε να παρουσιάσει το 2020 στο Guggenheim της Νέας Υόρκης, την έκθεση-έρευνα Countryside: The Future: Το ντελίριο της «συμφόρησης» αντικαθίσταται από τις ραγδαίες αλλαγές που υφίστανται οι αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές του πλανήτη που αποκαλούμε «ύπαιθρο», ήτοι το 98% της συνολικής επιφάνειας της Γης.
Η αλλαγή παραδείγματος είναι επιτακτική επειδή η επιβίωση όχι μόνο του δικού μας αλλά ολόκληρου του ανθρώπινου πολιτισμού στη Γη θα εξαρτηθεί από τις απαντήσεις που θα καταφέρουμε να δώσουμε. Παρότι παραμένει ένα πολύτιμο σημείο αναφοράς, δεν αρκεί να μιλήσει κανείς σήμερα για το «παρόν και το μέλλον» του τουρισμού στη χώρα μας με τον τρόπο έγραψαν ο Γιώργος Κανδύλης, ο Άρης Κωνσταντινίδης, ο Αριστομένης Προβελέγγιος, και ο Α. Καλίνσκη στο πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αρχιτεκτονικά Θέματα», το 1967. Διαφορετικές γενιές αρχιτεκτόνων που ακολούθησαν αναζήτησαν διάφορες λύσεις, παράγοντας ένα πλατύ δίκτυ συνδυασμών, αναγνώσεων (δηλαδή «αναγνωρίσεων») αλλά και παραναγνώσεων του τοπίου. Στη συζήτηση που επανεκκίνησε –και ελπίζω να κρατήσει– η Ίρις Λυκουριώτη δοκιμάζει στο πολιτικό φαντασιακό (που τόσο έχουμε ανάγκη σήμερα) και στις σχεδιαστικές μορφές της «αποανάπτυξης»• άλλοι αναζητούν «έξυπνες λύσεις», άλλοι εξακολουθούν να σπαταλούν την κουλτούρα της συμφόρησης στην ατομικότητα και την πολυτελή αισθητική του καλού γούστου, χωρίς να λείπουν και εκείνοι που επιμένουν στο δημοκρατικό δικαίωμα της απόλαυσης. Οι μόνοι που δεν κάνουν απολύτως τίποτα είναι οι αρμόδιοι κυβερνητικοί και διοικητικοί θεσμοί, οι οποίοι σωρεύουν εδώ και χρόνια μια σειρά νομοθετικών παρεκκλίσεων και πονηρών εκτροπών, οι επιπτώσεις των οποίων σήμερα τρομάζουν ενώ αναδιατυπώνονται στο διηνεκές.
Εντούτοις, η απειλή του «υπερτουρισμού» δεν είναι ένα επιμέρους εποχικό πρόβλημα επειδή αφορά τον ίδιο τον τρόπο με τον οποίο κατοικούμε τη Γη. Εκεί ακριβώς έγκειται ο καταστρεπτικός του χαρακτήρας που μας εξοργίζει: Στην αδυναμία κατοίκησης η οποία, θα προσέθετα, δεν αφορά μόνο τους τουρίστες ή τον τουρισμό αλλά όλους μας. Γι αυτό και δεν μπορούμε να αποφύγουμε την αναμέτρηση με ορισμένα καίρια ερωτήματα που διαθέτουν διακριτό ανθρωπολογικό εκτόπισμα: Τι σημαίνει, για παράδειγμα, σήμερα να κατοικείς ή να ταξιδεύεις σε μια χώρα, σε μια πόλη, σε μια υπαίθρια περιοχή, σ’ ένα νησί ακόμη και στους πιο δημοφιλής προορισμούς του μαζικού τουρισμού; Και ειδικότερα στην περίπτωσή μας: μπορούμε να φανταστούμε το μέλλον και τον τουρισμό της χώρας μας με όρους κατοίκησης; Εδώ ανακύπτουν οι χρόνιες εκκρεμότητες της πολιτειακής και της αρχιτεκτονικής μας κουλτούρας που συχνά μετατρέπουν την «πολεοδομία» σε ένα είδος «πολεοκτονίας», και στην περίπτωση των νησιωτικών οικισμών, «νησιοκτονίας»: Δεν διαθέτουμε καμία συλλογικά αποδεκτή αντίληψη για το πώς φανταζόμαστε όχι μόνο το μέλλον των νησιών και των παραθαλάσσιων περιοχών αλλά και του συμπληρωματικού τους αντίστοιχου, των πόλεων. Και δεν εννοώ, βέβαια, τον μανιακό περιορισμό στα ιστορικά παραδείγματα της δεκαετίας του 1960, ή στη νοσταλγία και τη χειροτεχνία του «τι ωραία που ήμασταν κάποτε».
Αν λοιπόν ο μισός αιώνας που μόλις τελείωσε (1970-2020) είχε ως πρότυπο τις μεγαλουπόλεις οι οποίες καθιέρωσαν τη θυελλώδη ψηφιακή αποϋλοποίηση και την ενσωμάτωση των τεχνολογιών των μέσων ενημέρωσης, το μέλλον της αστικής κατάστασης μοιάζει να βρίσκεται όλο και περισσότερο σε αυτό που δεν μπορεί πλέον να παραχθεί σ’ αυτές. Η ολοκληρωτική διάχυση του ψηφιακού σύμπαντος και η κλιματική αλλαγή δεν μπορούν παρά να μεταβάλλουν ριζικά τις αντιλήψεις μας για την κατοίκηση και την πόλη. Σε μια τέτοια αναθεώρηση η επιδημία του Covid συνέβαλε κι αυτή με τον τρόπο της, χωρίς ωστόσο να διατηρεί μοναδικό ρόλο.
Αν, λοιπόν, το Μανχάταν ήταν η «Στήλη της Ροζέττας» του 20ου αιώνα, ορισμένα μικρότερα περιαστικά ή ορεινά κέντρα, οι παραθαλάσσιοι οικισμοί και τα ελληνικά νησιά θα μπορούσαν, υπό προϋποθέσεις, να διεκδικήσουν τον ρόλο αυτό για τον 21ο αιώνα, μόνο αν καταφέρουν να αποφύγουν τη μετατροπή τους σε εφιαλτικούς μη-τόπους του υπερτουρισμού. Γι αυτό και είμαστε υποχρεωμένοι να την αποκωδικοποιήσουμε.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΙΡΤΖΙΛΑΚΗΣ
ΜΕΓΑΛΟΥΠΟΛΕΙΣ/ ΝΗΣΙΑ: ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ
Τα Νέα Σαββατοκύριακο, 3-4 Σεπτεμβρίου 2022

Sunday, May 15, 2022

Schindler House: 100 Years in the Making

 



Photographer Unknown, “Construction of the Schindler House using the Slab-Tilt process,” 1922. Courtesy of Art, Design & Architecture Museum, University of California, Santa Barbara

 

Schindler House: 100 Years in the Making emphasizes acts of making, unmaking, and remaking carried out by artists, architects, historians, writers, organizers, and cultural practitioners that have constituted the house and its mythos over this century. Designed and built by 1922, the house was in its first instantiation a radical proposition for modern collective dwelling in a minimal existence—a campsite enclosed by concrete, glass, and redwood. But the house was also constantly in flux, painted, carpeted, curtained, dismantled, reconstructed, excavated, and reimagined. The house’s experimental promise, first put forth now one hundred years ago, lives on today. 

 

Schindler House: 100 Years in the Making guides visitors through Schindler’s cooperative dwelling for two couples, built for himself, his wife Pauline, and their friends Clyde and Marian Chace. Each studio hosts a gentle timeline of landscape and property, construction and maintenance, guests (invited and otherwise) and domesticity, and preservation and pedagogy. Thematic topics are uncovered by various contributors, including historical and archival documents from Reyner Banham, Bernard Judge, Esther McCoy, and R.M. Schindler from the collections of the UCSB Architecture & Design Collections, Los Angeles TimesLong Beach Press Telegram, UC Berkeley Collections, UCLA Young Research Library Special Collections, UCLA Department of Architecture & Urban Design, Archives of American Art at the Smithsonian Institution, Southern California Institute of Architecture Media Archive, Architectural Association Photo Library, and USC Undergraduate Architecture Program. 

Artists and contributors to the exhibition include:

Carmen Argote,Fiona Connor,Julian Hoeber,Kathi Hofer,stephanie mei huang,Andrea Lenardin Madden,Renée Petropoulos,Gala Porras-Kim,Stephen Prina,Jakob Sellaoui, Peter Shire

 

With an emphasis on process over finality, the exhibition incorporates a rotating vitrine which accommodates the display and interpretation of new materials that emerge during the run of the show. Materials on display from the collections of the UCSB Architecture & Design Collections, Los Angeles Times, Long Beach Press Telegram, UCLA Young Research Library Special Collections, UCLA Department of Architecture & Urban Design, Historic American Buildings Survey (HABS) collection at the Library of Congress, National Parks Service, Southern California Institute of Architecture Media Archive, Architectural Association Photo Library, and USC Undergraduate Architecture Program will be on view.

The exhibition is complemented by summer-long programming and events including seminars, lectures, reading groups, benefit events, edible performances, in-person curator-led tours, and asynchronous audio tours.

 

 

 

SAT, MAY 28, 2022-  SUN, SEP 25, 2022

 

https://www.makcenter.org/exhibitions/centennial

Thursday, October 17, 2019

Το Bauhaus δεν είναι το σπίτι μας; Το «πνεύμα» της ελεύθερης οικονομίας στην συγκρότηση της σχολής της Βαϊμάρης



Τι θα συνέβαινε αν αντικαθιστούσαμε τον όρο «λιτότητα» μ’ εκείνον του «ασκητισμού»; Σκέφτομαι πως σε ό,τι αφορά το σχεδιασμό στο Bauhaus δεν θα άλλαζαν και πολλά πράγματα. Αν και το ασκητικό στοιχείο αναδεικνύει την ανάγκη του «αφαιρείν» και της «εγκράτειας», αυτό σε καμία περίπτωση δεν εναντιώνεται στη λογική της μαζικής παραγωγής και της τυποποίησης που χαρακτηρίζει την σχολή της Βαϊμάρης. 
Ο παραπάνω λογισμός επιτρέπει να συλλάβουμε τη σημασία της θρησκευτικής επίδρασης στο σχεδιασμό. Από αυτήν την άποψη, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς η συγκρότηση του Bauhausσυνδέεται με τη χριστιανική ηθική για να διαπιστώσουμε επιπρόσθετα πως το διεθνές στιλ(international style) της ιστορικής σύζευξης, δηλαδή της μοντέρνας ευρωπαϊκής με την αμερικανική αρχιτεκτονική, σχετίζεται με την εφαρμογή αυτών των ιδεών στον χτιστό πολιτισμό. Πρόκειται για μια απόπειρα που αφήνει για λίγο την ερμηνεία του καπιταλισμού με εργαλείο την υλικοτεχνική δομή και θέτει ερωτήματα γύρω από τις αξίες πάνω στις οποίες αναπτύσσεται ως οικονομικό σύστημα.
Η ερμηνεία που περιστρέφεται γύρω από τη σχέση του καπιταλισμού με τον χριστιανισμό, ειδικά αυτή που ορίζει την προτεσταντική ηθική ως γενεσιουργό αίτια της οικονομίας των καιρών μας, είναι σχεδόν το ίδιο παλιά όσο και η μαρξιστική (1867). Η ανάλυση αυτής της συγγένειας εμφανίζεται στις αρχές του 20ού αιώνα και οφείλεται προφανώς στη μελέτη του Μax Weber«Η Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού», που εγκαινιάζει την οικονομική κοινωνιολογία.
Αν ο καπιταλισμός, ως ένας τρόπος ορθολογικού σχεδιασμού του συνόλου της ζωής, αφορά περισσότερο από κάθε άλλη οικονομική θεωρία την συσσώρευση και προτάσσει τον ασκητισμό στην καθημερινή συμπεριφορά, τότε μήπως η σχολή του Bauhaus αποτελεί την ακριβέστερη μεταφορά αυτής της αρχής στην αρχιτεκτονική παράδοση; 
Μπορεί ο οικονομικός ρασιοναλισμός να δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη θρησκευτική απομάγευση και τη μετατροπή του bourgeois σε αστό, όπως και για τη σταδιακή αντικατάσταση της υπαίθρου από τη μητροπολιτική εμπειρία, όμως ο προτεσταντισμός ως μια κυρίαρχη έκφραση του σύγχρονης χριστιανικής ηθικής ήταν και παραμένει ενεργός σε όλες τις ιστορικές διαδρομές του νεωτερικού βίου. Αν, μέσα στο οργανωμένο πλαίσιο της νεωτερικής κοινωνίας, χρέος και προορισμός κάθε πολίτη είναι η δικαίωση μέσα από το επάγγελμα, αυτή η εργασιακή υποχρέωση προϋπάρχει και επιβραβεύεται στον προτεσταντισμό. 
Το μορφολογικό πρότυπο του Bauhaus και οι ηθικές του προεκτάσεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για να θεωρήσουμε τελείως αυθαίρετη τούτη τη σύγκλιση. Όμως αυτό δεν φαίνεται να γίνεται συνειδητό σε όλους όσους η νεωτερική παράδοση αποτελεί αντικείμενο έρευνας. Σκληρή και επίμονη δουλειά, με πλήρη και αποκλειστική προσήλωση στο αντικείμενο, εν ολίγοις ένας ασκητικός βίος, στον οποίο ο καθένας διαλέγει τη δική του «συσσώρευση πλούτου», όταν μάλιστα αυτή η «συσσώρευση» δεν σημαίνει αποκλειστικά την συγκέντρωση χρήματων. Το εν λόγω μοτίβο δεν απουσιάζει από την πρακτική που βλέπουμε καθημερινά γύρω μας. 
Αυτές οι επιλογές σχηματίζουν ένα είδος «προδιάθεσης» στα θεμέλια της μοντέρνας αρχιτεκτονικής. Θα λέγαμε πως προλογίζουν ένα αισθητικό μόρφωμα, το οποίο επικροτεί την αφοσίωση στη δομική επανάληψη, τη γραμμική αυστηρότητα και τη λιτότητα στη φόρμα, την εξίσωση της απλότητας με την άμεση χρηστικότητα. Ο Tom Wolfe, στο γνωστό του λίβελο FromBauhaus to our house, κάποια στιγμή αναφέρεται έστω και αποσπασματικά στην «πουριτανική» αφθονία των ουρανοξυστών από γυαλί και ατσάλι. Δεν σχολιάζει, όμως, περαιτέρω την πιθανή σχέση του πουριτανισμού με τις αρχές της μοντέρνας αρχιτεκτονικής.[i]  
Πολλά χρόνια νωρίτερα, ήταν και πάλι ο Max Weber εκείνος που εξέτασε το πώς η τάση για ομοιομορφία στη ζωή αντανακλάται στην τυποποίηση της παραγωγής, εκεί όπου το ανθρώπινο υποκείμενο υποτάσσεται στην ιδέα του «καθήκοντος»: «Ο άνθρωπος είναι μόνο ο διαχειριστής των αγαθών που ήρθαν σε αυτόν με τη χάρη του θεού. Πρέπει όμως ο δούλος της βίβλου να λογοδοτήσει για κάθε λεπτό που εμπιστευτήκαν σε αυτόν, και είναι τουλάχιστον επικίνδυνο να ξοδεύει κάτι από αυτό για ένα σκοπό που δεν υπηρετεί τη δόξα του πάρα μόνο την απόλαυση».[ii] Στην επόμενη πρόταση, ο Weber απευθύνεται άμεσα στον αναγνώστη και τον ρωτά: «Ποιος, που έχει τα ματιά του ανοικτά, δεν συναντάει εκπροσώπους της αντίληψης αυτής σήμερα;».[iii] Η διατύπωση του Γερμανού οικονομολόγου αναφέρεται βέβαια στις αρχές του 20ού αιώνα. Όμως και στην 4η βιομηχανική επανάσταση που βιώνουμε σήμερα η εισχώρηση του ασκητισμού στην εγκόσμια καθημερινή ζωή είναι αναμφισβήτητη.
Αν και το ύφος του Βαuhaus αφορά την αποφυγή της σπάταλης ή της χλιδής, που άλλες αρχιτεκτονικές σχολές θα ήταν αδύνατο να αποφύγουν, το πρόσταγμα για μια αισθητική της ολιγάρκειας σε συνδυασμό με το εγκόσμιο καθήκον της εργατικότητας κάνει τους μισητούς όσο και ποθητούς κύβους από γυαλί και ατσάλι να αντιστοιχούν στους συγχρόνους ναούς της πνευματικής άσκησης και προσευχής του συγχρόνου επιχειρηματία και των επαγγελμάτων της οικονομίας και γραφειοκρατίας γενικότερα. 
Ασφαλώς είναι αρκετό να κοιτάξουμε τους πρώτους «πελάτες» της σχολής του Bauhaus για να εξακριβώσουμε τις ομοιότητες αναμεσα στο καπιταλιστικο ήθος και την οικονομική τάξη και πως η τελευταία ανταποκρίνεται στην αρχιτεκτονική παραγωγή που αναπαράγει αυτές τις αξίες. Επιπρόσθετα, δεν  πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιδέα της «άνεσης» περιορίζεται από τις δραστηριότητες που είναι επιτρεπτές, τη διεκδίκηση ενός ύφους ζωής που είναι αντίθετο προς την απληστία. 
Εθισμοί –με την έννοια της σταθερής θέλησης– στη βάση ενός ασκητικού βίου, όπως ο αυτοέλεγχος, η εγκράτεια, η υπακοή και η δέσμευση στον επαγγελματικό ρόλο με την έννοια του καθήκοντος δεν βρίσκουν αναλογίες στην υλική συνθήκη του Bauhaus και του «διεθνούς ύφους»; Πασίγνωστες δηλώσεις του Mies van der Rohe όπως το “Less is more” ή το “God is inthe detail” δεν μαρτυρούν μιαν αντίστοιχη κοσμική ηθική;
Η δύναμη της πουριτανικής ηθικής αναπτύχθηκε σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας και εισέβαλε ασφαλώς στις πιο απόκρυφες γωνίες των ιδιωτικότητας, ευνοώντας τη μετρημένη απόλαυση των αγαθών μέσω του ασκητικού εξαναγκασμού για αποταμίευση, και του αναπόφευκτου σχηματισμού του κεφαλαίου. Η ανάπτυξη μιας οικονομικά ορθολογικής ζωής ως καρπού της επαγγελματικής αφοσίωσης αντιμετωπίστηκε ως ευλογία του θεού. Έτσι και το Bauhaus κατά κάποιο τρόπο είναι από τις πιο «ευλογημένες» παραγωγικές επενδύσεις του κεφαλαίου στο χτιστό πολιτισμό. Αυτή η σύγκλιση λειτουργεί  ανεξάρτητα από τη γνωστή αθεΐα ή αγνωστικισμό των αρχιτεκτόνων που ακολουθούσαν το «διεθνές ύφος». Εξάλλου, όσον αφορά το Bauhaus, στην πλειοψηφία τους οι συντελεστές του είχαν προτεσταντική καταγωγή.


Ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος και το Bauhaus

    

Με αφορμή τη συμπλήρωση των 100 χρόνων από την ίδρυση του Bauhaus, το Goethe-Institut σε συνεργασία με τα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη και το Ωδείο Αθηνών παρουσιάζουν την έκθεση με τίτλο «Από το κτήριο στην κοινότητα: ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος και το Bauhaus».
Ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος είναι ο μοναδικός έλληνας αρχιτέκτονας, ο οποίος έζησε για δύο χρόνια στη Βαϊμάρη κατά την εποχή του Bauhaus κι ήρθε σε άμεση επαφή με τις αρχές, τη διδασκαλία και τους ανθρώπους της διάσημης αυτής σχολής. Η εμπειρία του Bauhaus και γενικότερα του κλίματος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης ήταν καταλυτική για το μετέπειτα έργο του καθώς ήταν από τους πρώτους έλληνες αρχιτέκτονες που μίλησαν για την ιδεολογική, πολιτική και κοινωνική διάσταση της αρχιτεκτονικής. Κατανόησε το Bauhaus όχι ως ένα «στυλ» αλλά ως έναν τρόπο σκέψης και δημιουργίας, κάτι που εφάρμοσε στην πρόταση του για το Πνευματικό Κέντρο Αθηνών το 1959 και στο κτίριο του Ωδείου Αθηνών, το μοναδικό κτίριο αυτής της πρότασης που υλοποιήθηκε. 
Η έκθεση εστιάζει στο Ωδείο Αθηνών, παρουσιάζοντας παράλληλα πτυχές της διαδρομής του αρχιτέκτονα και άγνωστα στοιχεία από την πρόταση του Πνευματικού Κέντρου. Κεντρικό στοιχείο της έκθεσης αποτελεί η κοινωνική διάσταση του έργου του Δεσποτόπουλου. Η κοινότητα αποτελεί όχι μόνο ένα από τα βασικά στοιχεία της σχολής του Bauhaus αλλά και μία από τις βασικές αρχές οργάνωσης των οικισμών στην Ελλάδα. Ο Δεσποτόπουλος που γνωρίζει καλά αυτές τις αρχές, θα τις μεταφέρει στα σχέδια του Πνευματικού Κέντρου και στο κτίριο του Ωδείου.


Στην έκθεση θα παρουσιαστεί πρωτότυπο υλικό από το αρχείο του αρχιτέκτονα που φυλάσσεται στα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη. 
Eπιμέλεια :  Λουκάς Μπαρτατίλας



Ioannis Despotopoulos und das Bauhaus
Anlässlich des hundertjährigen Jubiläums des Bauhaus präsentiert das Goethe-Institut in Zusammenarbeit mit dem Archiv für Neugriechische Architektur des Benaki Museums und dem Athener Konservatorium („Odeion“) vom 10.
Oktober bis zum 7. November 2019 die Ausstellung „Vom Gebäude zur Gemeinschaft: Ioannis Despotopoulos und das Bauhaus“. Gefördert durch das Auswärtige Amt.


Ioannis Despotopoulos war der einzige griechische Architekt, der zur Zeit des Bauhaus zwei Jahre in Weimar lebte und mit den Menschen, den Prinzipien und der Lehre der berühmten Kunstschule in Kontakt kam.
 
Despotopoulos war zudem einer der ersten griechischen Architekten, die sich mit der ideologischen, politischen und gesellschaftlichen Dimension von Architektur auseinandersetzten. Seine zweijährigen Erfahrungen am Bauhaus und das politisch-gesellschaftliche Klima der Weimarer Republik waren für sein Werk prägend. Er verstand das Bauhaus nicht als „Stil“, sondern als eine Denk- und Schaffensweise, die er in seinem Entwurf für das Kulturzentrum Athen 1959 und im Gebäude der Athener Musikhochschule „Odeion“, dem einzigen verwirklichten Bau dieses Projekts, umsetzte.
 
Im Mittelpunkt der Ausstellung „Vom Gebäude zur Gemeinschaft“ steht das Bauwerk des Athener Konservatoriums: das „Odeion“. Die Schau zeichnet Despotopoulos‘ Lebensweg nach und präsentiert unveröffentlichte Elemente seines Entwurfs für ein Kulturzentrum für Athen. Der Fokus der Ausstellung liegt auf der gesellschaftlichen Dimension seines Werkes. Die Gemeinschaft ist nicht nur eines der entscheidenden Elemente des Bauhaus, sondern auch eines der zentralen Organisationsprinzipien der griechischen Siedlung. Despotopoulos kannte diese Prinzipien bis ins Detail und integrierte sie in die Pläne für das Kulturzentrum sowie in das Gebäude des „Odeion“.

In der Ausstellung werden Originale des Archivs des Architekten gezeigt, das im Besitz des Archivs für Neugriechische Architektur des Benaki Museums ist.
Kurator ist Lukas Bartalilas



Wednesday, August 28, 2019

Assembly of a Tenement (polykatoikia)



Kostis Velonis, Assembly of a Tenement (polykatoikia), 2019
Concrete, wood
184.2 x 132.1 x 204.5 cm
21 June -6 October 
Organised  by Cranbrook Art Museum and fabricated in Detroit by Eli Gold. Developed with Leda Lycourioti and curated by Laura Mott 

Tuesday, August 27, 2019

Where Is the Surplus? Where Is the Poetry?

Sorkin at the Bauhaus

The extent to which collective design processes have a democratic character has not yet been answered.


The three Bauhaus directors reach out to the present: Michael Sorkin, one of today’s most distinguished architects and architecture journalists, is their guest. They want to know what people think of Bauhausian ideas 100 years after the foundation of their school. Michael is happy to answer their questions.

Ludwig Mies van der Rohe: “Modern buildings of our time are so huge that one must group them. Often the space between these buildings is as important as the buildings themselves.”

Continuing to drill down on your pastoralism, Mies, you are now talking about a particular modernist manner of disposing of large objects in a determinative void. But that fantasy of towers in the park (your version or Corb’s) got tire- some long ago. Not simply have other ideas come up (or been retrieved) about composing the architectural ensemble but also about the inhabition of that space in between, which you see mainly as setting. In truth, you were not a particularly great urbanist. Only when the city building was a set piece and an exception to its context – most immortally the sublime Seagram’s – you made jewels. But the generalization became a nightmare.

Walter Gropius: “A modern, harmonic, and lively architecture is the visible sign of authentic democracy.”

For those of us who were formed in the 1960s and think of ourselves as being political, the conundrum of the limits of collective design’s ability to produce good results—and good results that somehow embody a vision of the democracy that aris- es from the process of collaboration – is still very much an open question. Architecture expresses values, always. It can’t help it since it’s the home of human activities, which are never neutral. The difficulty comes when it tries to be too precise – too prescriptive – about the relationship of architectural forms and human behaviours, because it can so easily cross the line into the territory of coercion and oppression.
https://www.bauhaus100.com/magazine/understand-the-bauhaus/where-is-the-surplus-where-is-the-poetry/

Friday, June 21, 2019

Landlord Colors: On Art, Economy, and Materiality



This weekend marks the opening of our landmark exhibition Landlord Colors: On Art, Economy, and Materiality. This large-scale exhibition and public engagement series brings together artworks from five international art scenes that have experienced economic and societal upheaval: Italy (1960s-80s), Korea (1970s-80s), Cuba (1990s-present), Greece (2009-present), Detroit, USA (1967-present). It will be on view at Cranbrook Art Museum from June 22 through October 6, 2019, with a special preview celebration on June 21. 

It is a rare opportunity for metro Detroiters to see seminal historic works from around the world along with new commissions from contemporary artists such as Reynier Leyva Novo, Zoë Paul, Kostis Velonis, Matthew Angelo Harrison, and Scott Hocking. 

In Detroit, Cranbrook Art Museum Senior Curator Laura Mott has partnered with Taylor Renee-Aldridge (co-founder of ARTS.BLACK) and Ryan Myers-Johnson (Executive Director of Sidewalk Detroit) to offer a free four-month engagement series that is designed to connect art to history and contemporary life across Detroit. See the full list of events here.

Join us THIS WEEKEND for the opening events!

Friday, June 21, 2019
ArtMembers Preview Party
6–9pm

Cranbrook Art Museum
Free for ArtMembers, $20 at the door
Meet artists Elizabet Cerviño, Olayami Dabls, Tyree Guyton, Jennifer Harge, Carole Harris, Matthew Angelo Harrison, Patrick Hill, Scott Hocking, Addie Langford, Kylie Lockwood, Billy Mark, Tiff Massey, Allie McGhee, Jason Murphy, Reynier Leyva Novo, Zoë Paul, Susana Pilar, Anders Ruhwald, Chris Schanck, Socratis Socratous, and Elizabeth Youngblood, among others. 
Special performance by Elizabet Cerviño at 7:30pm.

Saturday, June 22, 2019
Material Detroit Events Open to the Public
The full schedule can be found here. Special events include:

Dawn to Dusk: Billy Mark Wind Installation. Mark will create a participatory site-specific installation in his neighborhood of Detroit’s North End, featuring a handmade hoodie with 25-foot arms affixed to three flagpoles. Each morning from June 22–July 28, Mark will raise the arms of the sweatshirts at dawn and lower them at dusk. Visitors are invited to put themselves in the garment. Location: 858 Blaine St., Detroit.

3pm: Susana Pilar Alma (Soul) Performance.* The Havana-based Afro-Cuban artist will present a performance that draws upon a true story from the Detroit 1967 Rebellion. In collaboration with local musicians, Pilar will create a performance that honors the music of The Dramatics, whose founding member, Cleveland Larry Reed, survived the police siege on The Algiers Motel in 1967. Location: 8301 Woodward, Detroit.
*In the event of rain, the performance will be moved to Sunday at 3pm at the same location. Please visit our website and social media channels for the most up-to-date information.

1–6pm: Scott Hocking Bone Black Installation. A monumental installation near Atwater Beach utilizes a collection of the metaphorical ‘bones’ of Detroit’s once prosperous economy – the many boats abandoned throughout the city. Theatrically presented as a suspended fleet, Hocking applies “Bone Black” paint to the boats, an industrial pigment from crushed animal bones that has been produced in Detroit since the 19th century. Location: 900 Guoin St., Detroit (entrance on Guoin between Chene and Joseph Campau).

Noon–4pm: Anders Ruhwald Unit 1: 3583 Dubois Installation. Ruhwald will launch this ongoing project that will occupy an entire apartment in Detroit’s Eastern Market neighborhood. The artist investigates themes of transformation and memory through this installation of black ceramic, charred wood, molten glass, and perceptual environments. Location: Unit 1, 3583 Dubois St., Detroit.

3–6pm: Dabls’ MBAD African Bead Museum. A city-block-sized installation by Olayami Dabls that has been a cultural nexus in Detroit since the late 1990s will celebrate the launch of a new storytelling and exhibition space created in partnership with Lorcan O’Herlihy Architects (LOHA). Speakers will include Olayami Dabls (MBAD), Lorcan O’Herlihy (LOHA), Brittney Hoszkiw (Michigan Economic Development Corp.), and others, as well as a live musical performance by Efe Bes’s group iBm. The Material Detroit curators have organized the debut exhibition by Detroit-based artist Elizabeth Youngblood entitled, mat|ter. Set within the installation’s gallery space, the exhibition will serve as a momentary companion to this longstanding creative pillar. Location: 6559 Grand River Ave., Detroit.

Tuesday, May 14, 2019

100 years BAUHAUS



Dirty Country Boy (Bauhaus Is Not Our House Series)  2004
Wood, plywood, acrylic, wax candle
94 x 170 x 40 cm 
Installation view, Witte de With Center for Contemporary Art, Rotterdam

16 May @ 18.00, a lecture about Bauhaus and its relationship to the ethics of Christianity, especially Protestantism through the values of hard work, accumulation ( easthetics of stinginess) and asceticism. 

100 years BAUHAUS – a series of events, co-organized by the School of Architecture Engineers of the Technical University of Crete, the Goethe-Zentrum Chania and the Regional Unity of Chania, with scientific and organizational supervision by Amalia Kotsaki, Associate Professor at the Architecture School of the Technical University of Crete.
The 
entrance is free and there will be simultaneous translation in Greek.
WHERE: Cultural Center, Chania 
The BAUHAUS 100-year event will take place from 13 to 16 May at the Cultural Center of Chania and includes a conference with lectures, Bauhaus research presentations, film screenings, exhibitions and workshops for children.Beginning: on Monday 13th May at 17.00 with a workshop for children.
– 
Tuesday 14th 19.30  event on “Why the Bauhaus today? Art and everyday life “.
 Wednesday 15th May  18.00: a screening
 
Thursday 16th May  17.00  keynote speech by Dr. Regina Bittner, Director of the Bauhaus International Program at Dessau and Vice President of the Bauhaus – Dessau Foundation.
Also at 7.20 pm will be inaugurated.
The character of the events is international and is part of the larger event cycle entitled “100 Jahre BAUHAUS”
coordinated by BAUHAUS Architecture School in Dessau.

Saturday, June 30, 2018

Inhabiting a Grudge



My father and I were discussing increasing construction and diminishing public space in Beirut and, in particular, access to the seafront in the Manara neighbourhood. Suddenly, he asked if I had ever noticed al-Ba`sa (in English: The Grudge). “Which grudge?” I answered. “I thought we were speaking about buildings.” The "Grudge,” he tells me, “is a house—or maybe a wall—built to block the sea view of some residents. It is a building located in Beirut’s Manara area, just by the old lighthouse. It was constructed in the mid-1900s and might just be the thinnest inhabitable building in the world.” I was slightly taken aback by the name, and the fact that I—an urban planner and architect who often walked in the area—had no clue what my father was talking about. Rather than ask for more information and appear clueless, I decided to investigate the so-called “Grudge” myself at the first opportunity.

By Sandra Rihani

Saturday, February 17, 2018

There is no criticism, only history


There is no such thing as criticism; there is only history. What usually is passed off as criticism, the things you find in architecture magazines, is produced by architects, who frankly are bad historians. As for your concern for what should be the subject of criticism, let me propose that history is not about objects, but instead is about men, about human civilization. What should interest the historian are the cycles of architectural activity and the problem of how a work of architecture fits in its own time. To do otherwise is to impose one’s own way of seeing on architectural history.

What is essential to understanding architecture is the mentality, the mental structure of any given period. The historian’s task is to recreate the cultural context of a work. Take for example a sanctuary dedicated to the cult of the Madonna, built sometimes in the Renaissance. What amazes us is how consistently these buildings have a central plan and an octagonal shape. The form cannot be explained without a knowledge of the religious attitudes of the period and a familiarity with the inheritance from antiquity — a reproposal of the temple form devoted to female divinities. Or take the case of Pope Alexander VII, whose interest in Gothic architecture at the cathedral of Siena [mid-17th century] compared to his patronage of Bernini in Rome can only be explained through a knowledge of the Sienese environment and traditions. The historian must evaluate all the elements that surround a work, all of its margins of involvement; only then can he start to discover the margins of freedom, or creativity, that were possible for either the architect or the sponsor.

“There is no criticism, only history,” an interview with Manfredo Tafuri conducted in Italian by Richard Ingersoll and translated by him into English, appeared in Design Book Review, no. 9, spring 1986, pages 8-11.